Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

...αν

Λέω μια Καλημέρα δεν παίρνω απάντηση, για λίγη ώρα αναρωτιέμαι το λόγο.... Δεν με άκουσε; δεν ήθελε να απαντήσει ; πρέπει να την επαναλάβω για να βεβαιωθώ για την αντίδραση ;
Αλλά ουσιαστικά δε με ενδιαφέρει η αντίδραση και συνεχίζω να κάνω τη δουλειά μου.
Η ευγένεια με υποχρεώνει στην τήρηση ορισμένων κανόνων. Η αδιαφορία μου με βοηθά να προσπερνώ εύκολα τις αντιδράσεις που, αν και ανερμήνευτες, δε με ακουμπούν.


Είμαι εδώ, ζω, υπάρχω σε αυτό που θεωρείται το ανεπτυγμένο τμήμα του πλανήτη, μόνο που αυτή η ανάπτυξη κατέληξε πολύ μονομερής και μονοδιάστατη και δεν με ικανοποιεί. Νομίζω πως καταπατά τα αρχέγονα ένστικτά μας, πως εθελοτυφλεί μπροστά στην αληθινή μας φύση, πως κόβει τα φτερά του νου μας και μας εμποδίζει να πετάξουμε.
Όλα μπαίνουν σε καλούπια. Σε καλούπια πολυεθνικών. Σε καλούπια πολιτικών σκοπιμοτήτων. Σε καλούπια μιας γενικότερα κατευθυνόμενης σκέψης. Πόθοι, επιθυμίες, ανάγκες. Όλα εξυπηρετούν σκοπούς ξένους προς το είναι μας. Νιώθω την ελευθερία μου να καταργείται. Όχι η ελευθερία της δράσης -αν και μερικές φορές εμποδίζεται και αυτή- αλλά εκείνη η άλλη ελευθερία, η πιο βαθιά και πιο ουσιαστική, της ανεμπόδιστης σκέψης.

Και δε σκέφτομαι την Καλημέρα . Αυτή πέρασε, χάθηκε. Ειπώθηκε ή δεν ειπώθηκε. Είμαι στο παρακάτω. Είμαι στο γιατί είναι όλοι τόσο πολύ ο ρόλος τους. Και τόσο λίγο ο εαυτός τους.


Παρακολουθώ τα βήματα. Τα δικά μου. Των άλλων. Αίτιο- αποτέλεσμα, δράση- αντίδραση. Αποφεύγω την επιτήδευση. Όσο μπορώ. Αλλά οι ρόλοι είναι ρόλοι. Και κανείς δεν ξεφεύγει.
Δε θέλω την ανάγκη που μου επιβάλλεται απ' έξω δίχως να εξυπηρετεί ουσιαστικά την ύπαρξή μου. Κι όμως την υπακούω. Και η μόνη μου παρηγοριά είναι η συνειδητότητα αυτής της υπακοής, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει ανυπακοή.

Αν ζούσα στη Ζάμπια ο ρόλος μου θα ήταν εντελώς διαφορετικός. Το όραμά μου για τη ζωή επίσης. Θα ήμουν τυχερή αν δεν είχα φυματίωση ή λέπρα. Οι προτεραιότητες μου θα ήταν εντελώς διαφορετικές. Ο τρόπος σκέψης μου, η ζωή μου. Θα μου πει κάποιος, τι βλακείες σκέφτεσαι ; Δε ζεις στη Ζάμπια . Αλλά εγώ το μόνο που θέλω να πω, είναι πως είμαι το τώρα μου και το εδώ μου. Κι αν ζούσα εκεί ο ρόλος μου θα ήταν κάτι εντελώς ξένο από αυτό που τώρα γνωρίζω. Κι όμως δε θα είχα χάσει την ταυτότητά μου και το γεννετικό υλικό που κουβαλώ.
Όπως δε θα την είχα χάσει αν ζούσα 1000 χρόνια πριν στη γαλλική εξοχή ή σε μια επαρχία της Κίνας ή στα υψίπεδα του Περού. Κι όμως όλα θα ήταν διαφορετικά.

(Το μόνο ίσως κοινό στοιχείο θα ήταν η αίσθηση της απόλαυσής μου στο χάδι του ανέμου)

Είναι μέρες τώρα που αναρωτιέμαι γιατί ο περισσότερος κόσμος θεωρεί πως η ζωή πρέπει να κάνει έναν συγκεκριμένο κύκλο για να κλείσει. Η ζωή κλείνει όποτε θέλει. Και ξεκινά όποτε θέλει. Κάθε κύκλος της είναι ολοκληρωμένος στην προσωπική μου αντίληψη. Οι μέσοι όροι αφορούν τις στατιστικές και οι θεωρητικά απαραίτητες εμπειρίες για να θεωρηθεί ο κύκλος της ζωής ολοκληρωμένος, τους κοινωνιολόγους και τους ανθρωπολόγους. Η ίδια η ζωή δεν ξέρει από κανόνες. Ή μάλλον έχει τους δικούς της. Και στους δικούς της κανόνες το απροσδόκητο παίζει κυρίαρχο ρόλο.
Παλαιότερα ήταν ένα άγριο ζώο. Ή μία από τις πολλές μεταδοτικές ασθένειες. Και ο θάνατος επέρχονταν. Κι ο κύκλος έκλεινε. Έτσι απλά.
Το απροσδόκητο.

Ποτέ δε θρήνησα το θάνατο. Μόνο την προσωπική απώλεια.
Πολλές φορές θρήνησα τη ζωή. Τη ζωή που δε βιώνεται σωστά. Τη ζωή που καταντά μαρτύριο. Τη ζωή που κουβαλά τόση ελπίδα μέσα της....τόση ανέλπιδη ελπίδα μερικές φορές....Να θέλει κάποιος και να μην μπορεί. Αυτός είναι για μένα ο θάνατος. Κι αυτό το θρήνησα. Και αυτό το θρηνώ. Και με αγγίζει πολύ βαθιά. Να ζεις με την ελπίδα νεκρή.

Το άλλο είναι μια μετάβαση. Από την ύπαρξη στην ανυπαρξία.
Θεωρώ πως κάποιος που θρηνεί έναν νεκρό, θρηνεί την απουσία στη δική του ζωή. Θρηνεί την ανθρώπινη μοίρα , που δεν είναι άλλη από τον θάνατο. Θρηνεί τη μοναξιά του.
Αλλά ο ίδιος ο θάνατος είναι πάντα εκεί. Δίπλα μας. Να μας θυμίζει την τρωτή μας φύση.
Και το πόσο πολύτιμη είναι η κάθε ανάσα μας.

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

άλλη μια μέρα...κι άλλη μία

Μ'αρέσει αυτός ο μη χειμώνας φέτος, όσο ανορθόδοξο και να ακούγεται. Μου αρέσει αυτό το παρατεταμένο φθινόπωρο.


Το πρωί με κατέκλυσε ένα παράξενο αίσθημα ευφορίας, καθώς καιρός και διάθεση εναρμονίστηκαν. Μπορεί σε γενικές γραμμές να είναι ο ήλιος που ανοίγει το νου, που λαμπρύνει τη σκέψη και που μας γεμίζει με θετική ενέργεια και αισιοδοξία, αλλά προσωπικά είναι και αυτές οι μαλακές μέρες με νοτιά μέσα στο χειμώνα, οι γκρίζες και βαριά συννεφιασμένες που ξυπνάνε ένα παράξενο αίσθημα αδιευκρίνιστης ευφορίας .


Στο δρόμο μου, προσπερνώ στολισμένα δεντράκια και βιτρίνες κι όπως το φως είναι ακόμη χαμηλό λόγω της ώρας αλλά και του συννεφιασμένου της ημέρας, δημιουργούν μέσα μου μία απρόσμενα ευχάριστη διάθεση. Δεν τρελαίνομαι για όλη αυτήν την σχεδόν υποχρεωτικά γιορτινή ατμόσφαιρα, αλλά είναι στιγμές που κάτι βρίσκει μέσα μου, και απλά μου γεννά ένα χαμόγελο. Ή τη διάθεσή ενός χαμόγελου.


Στον αποβάθρα του τρένου αναζητώ μάταια σήμερα την συνεπιβάτιδα που πάντα μου προσφέρει ένα θέμα οπτικής ενασχόλησης , όταν δεν έχω διάθεση να διαβάσω τις εφημερίδα ή το βιβλίο που κουβαλώ συνήθως μέσα στην τσάντα μου.
Μάλλον έφτασα λίγο νωρίτερα.
Όταν τυχαίνει να συμπέσουμε στην ώρα, στεκόμαστε πάντα στο ίδιο σημείο της αποβάθρας. Συχνά καθόμαστε αντικριστά στον ίδιο συρμό. Κι έτσι μπορώ να την παρατηρώ ανενόχλητα.
Η εμφάνιση της φωνάζει από μακριά "προσέξτε με, είμαι πολύ διαφορετική από όλους σας" .
Δεν είναι όμορφη. Όχι με την κλασική έννοια του όρου. Είναι βέβαια ψηλή και γεροδεμένη, στοιχεία που σε μια γυναίκα συνήθως τραβούν από μόνα τους την προσοχή.
Αλλά δεν είναι αυτά που κάνουν το βλέμμα κάποιου να εστιάσει πάνω της. Είναι η υπερβολικά φανταχτερή της εμφάνιση, που συνοδεύεται από ένα ύφος ντίβας. Έντονα χρώματα, μεγάλα κοσμήματα και ένα - πάντα- gossip περιοδικό στο χέρι.
Πολύ διαφορετική από όλον τον άλλο κόσμο που πηγαίνει το πρωί στη δουλειά του, σίγουρα πετυχαίνει το στόχο της. Την προσέχουμε.
Και είναι ένα παράξενο πουλί, που με τον τρόπο της φωτίζει τη μέρα μας.

......................................................................................

Όλα αυτά ήτανε χτες. Χτες που η διάθεσή μου ήταν χαρούμενη και μπορούσα να γράφω ανάλογα, ενώ σήμερα...σήμερα είναι διαφορετικά. Και ξέρω πως αυτό κανέναν δεν ενδιαφέρει και τίποτα δεν αλλάζει με την αναφορά του, απλά δεν μπορούσα να συνεχίσω με τον χτεσινό ανάλαφρο τόνο αυτό το ποστ και θέλω να δικαιολογήσω την αλλαγή.

Διαβάζω τη χθεσινή athens και μου αρέσουν πολύ οι αναφορές που κάνει σχετικά με την ελληνική ραδιοφωνία, που φέτος κλείνει 70 χρόνια και το φωτογραφικό υλικό που παραθέτει.
Μορφές που πέρασαν για πάντα, που δεν υπάρχουν πια, που άλλαξαν με τα χρόνια, πάντα μου αρέσει να βλέπω την αλλαγή στους ανθρώπους....ή μάλλον πάντα μ' αρέσει να βλέπω τη νεότητα στους ανθρώπους που μεγάλωσαν, γέρασαν, έφυγαν. Απόδειξη όχι μόνο ότι ζήσανε, αλλά ότι υπήρξαν νέοι, όμορφοι με αυτό το βλέμμα το αδηφάγο, το μερικές φορές ονειροπόλο και άλλοτε σκληρό και αδίστακτο, το βλέμμα του νέου που έχει τη ζωή μπροστά του . Το βλέμμα του ανθρώπου που περιμένει τα πάντα. Είναι ένα τεράστιο δώρο στα μάτια τους η ζωή, που κρύβει συνεχώς εκπλήξεις και μοιάζει ανεξάντλητο.....
Κάπως έτσι....

....................................................................

Ένα παιδάκι, λέει, φώναζε σε πολύβουο δρόμο , όπου δεν το πρόσεχε κανείς :
- Κοιτάξτε με, είμαι αόρατος.

...κάτι μου θυμίζει....

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008

Συνάντηση

Μια χαμογελαστή γιαγιούλα μου κάνει δώρο τον καλό της λόγο, όταν χωρίς να γνωριζόμαστε θεωρεί όμορφο ή χρήσιμο να μου πει πόσο μου πηγαίνει το καπέλο που φοράω.

Της αντιγυρίζω το χαμόγελο μαζί με ένα ευχαριστώ και σα να ήταν αυτή η αφορμή, αρχίζει και ξετυλίγει μπροστά μου το κουβάρι των αναμνήσεών της, με τις χοροεσπερίδες και τις ενδυματολογικές συνήθειες της δικής της χρυσής εποχής. Την ακούω προσεχτικά και παρατηρώ πόσο νεανικό είναι το πρόσωπό της στο βλέμμα και στη λάμψη , παρά τις ρυτίδες που νομίζουν ότι μπορούν να κρύψουν τη νεανικότητα της ψυχής της.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντώ έναν ηλικιωμένο άνθρωπο να φέρει αυτήν την παιδική, νεανική ομορφιά πάνω του. Είναι μια ομορφιά που πηγάζει από πολύ βαθιά, που έχει σχέση με μία στάση ζωής και διαμορφώνει μία ανάλογη συμπεριφορά. Και πάντα χαίρομαι όταν τη βλέπω.



Από πολύ νωρίς κατέληξα πως οι άνθρωποι κουβαλάνε μια συγκεκριμένη ηλικία πάνω τους. Μερικοί παραμένουν αιώνια παιδιά. Άλλοι ζουν μια αέναη εφηβία. Κι είναι κι αυτοί που ενηλικιώθηκαν νωρίς, που άφησαν πίσω τους γρήγορα τα παιδικά βιώματα και που αντιμετωπίζουν τα πάντα με την περισυλλογή, την επιφύλαξη, την υπευθυνότητα του ενήλικα. Συνήθως στους τελευταίους απαιτήθηκε από την ίδια τη ζωή να ενηλικιωθούν νωρίς. Όπως και στους πρώτους είναι η "ευκολία" που δεν τους επέτρεψε να μεγαλώσουν.

Αλλά δεν είναι απόλυτα καθοριστικοί αυτοί οι παράγοντες για τον προσδιορισμό της προσωπικής μας ηλικίας όπως την εννοώ.

Η στάση μας προς τον κόσμο αλλά και προς τους γύρω μας καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, τόσο ενδογενείς, όσο και εξωγενείς. Αλλά όταν αυτή κάποια στιγμή πάρει την τελική της μορφή, βλέπω πως τίποτα δεν τη μεταμορφώνει πια.




Στα 19 μου γνώρισα ανθρώπους, που αν και δεν ήταν πολύ μεγαλύτεροί μου ήδη είχαν παραιτηθεί από τη ζωή . Βιάστηκαν να γεράσουν. Κι έτσι γέροι συνεχίζουν να ζουν. Δίχως όραμα.

Αλλά είναι κι εκείνοι οι άλλοι, που όπου κι αν τους συναντήσεις σου μεταδίδουν την αισιοδοξία τους, την ανεμελιά τους, τη διάθεσή τους για το καινούριο. Σε όποια κατάσταση κι αν βρίσκονται. Σε όποια ηλικία.



Όλοι μας κουβαλάμε μία ηλίκια. Μία. Όχι πολλές. Και δεν εννοώ τη σωματική. Ούτε και την πνευματική. Αλλά αυτή που καθορίζει στάση ζωής και αντίληψη. Η δική μου κρύβει αρκετή αφέλεια και άπειρη εμπιστοσύνη στον άνθρωπο. Και δεν νομίζω πως έχει να κάνει με τη λίγη ή περισσότερη ευφυΐα μου.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Τίποτα

Διαβάζω ένα γυναικείο βιβλίο που σε κάθε κεφάλαιο έχει έναν τίτλο όπως "κορνφλέικς, ένα κουταλάκι ζάχαρη και παγωμένο γάλα" ή "τηγανίτες και μπέικον περιχυμένα με σιρόπι σφενδάμου" ή "μελάτα βραστά αυγά και κριτσίνια" μόνο που σήμερα έφτασα στο κεφάλαιο με τον τίτλο "τίποτα" και αυτό το τίποτα μου ταιριάζει τόσο πιο πολύ, για το βιβλίο, για την ώρα, για τη μέρα. "Τίποτα" ....και τα έχεις πει όλα. Μερικές φορές σε αυτό το τίποτα τα έχεις όλα. Όλες μου οι γραφές μου θυμίζουν το καλό παιδί που είμαι, το καλό παιδί που δε θέλω να είμαι. Το καλό παιδί που νομίζουν οι άλλοι ότι είμαι.Στην πραγματικότητα είμαι ένα τίποτα, σαν τον τίτλο του κεφαλαίου.


Και όση ώρα γράφω , δεν ξέρω γιατί μου έχει καρφωθεί στο μυαλό αυτό το συρτάρι με τα άπειρα μεταξωτα φουλάρια στη ντουλάπα. Σα να είναι αυτά το εμπόδιο στη ζωή μου


Ξαπλώνω να ξεκουραστώ και σκέφτομαι το νέο μου γραφείο. Γνωρίζω ακριβώς πώς θέλω να είναι. Το γραφείο. Μόνο αυτό. Για τα υπόλοιπα δε με νοιάζει. Σκέφτομαι τη νέα μου ζωή. Μέσα σ' αυτήν θέλω να πραγματοποιήσω τουλάχιστον ένα όνειρό μου. Το πιο τρελό απ' όλα. Το πιο ακριβό απ' όλα. Εντάξει, σίγουρα υπάρχει κόσμος που κάνει πολύ πιο ακριβά όνειρα. Πολύ πιο στέρεα. Κάποτε δοκίμασα μερικά από αυτά , αλλά τα έβγαλα γρήγορα στα δοκιμαστήρια .Μπορεί σε κάποιους άλλους να κάνουν. Εμένα δε μου πηγαίνανε. Αλλαγή λοιπόν.

Το νέο μου σπίτι....Είναι μακριά ακόμη. Αλλά εγω το ονειρεύομαι. Είναι αυτό που θα στεγάσει έναν καινούριο εαυτό. Ελεύθερο.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2008

χαμενες λεξεις και εικονες



Νύχτα, αργα. 30 ωρες μοιρασμενες σε γη και ουρανο με κάνανε κουρέλι. Μια περίεργη ταχυπαλμία και μια ακόμη πιο παράξενη εγρήγορση με κρατούν ακόμη όρθια.Περιμενω υπομονετικα το κλειδί. Το έχω ήδη απορρίψει. Το νησι. Το ταξίδι.

Ίσως να φταίει και η κούραση.
Το δωματιο δεν κοιτα στην προσοψη, αλλα με ενα κενο βλεμμα ψευτικης απογοητευσης κοιτω τους βοηθητικούς χώρους που ταραζουν την ησυχία της καθε στιγμης με τις γεννητριες που δουλευουν ακαταπαυστα. Μερα -νυχτα ένα αδιάκοπο βουητό. Δεν τολμάς να αφήσεις παραθυρο ανοιχτό. Τ' ανοιγεις για λίγο κι αμέσως τα ξανακλείνεις. Δεν πρεπει να μεινουμε απο ρευμα. Για εμας τους περιεργους φιλοξενουμενους από τους οποιους ζει η οικονομια της χώρας δεν πρέπει να υπάρξουν διακοπές ρεύματος. Πρεπει να ειμαστε ευχαριστημενοι.
Οι πόρνες καιροφυλακτούν απ' έξω για να μας ευχαριστησουν ακόμη περισσότερο. Αλλά ειπαμε, σ΄αυτο το νησι ακομη και οι πόρνες είναι μορφωμένες. Αλλα δε μιλουν αγγλικά.
Γελω με την ιδεα που γεννιεται στο μυαλό μου. Αραγε το πτυχίο μου επαρκεί για να γινω πόρνη;

Όλες μου οι αναμνήσεις από το νησί κουβαλούν αέρα.
Σ'αυτο το μερος φυσάει διαολεμενα. Καθε μέρα και παντού. Να ξερουν άραγε οι άνθρωποι αυτού του τόπου τι σημαίνει η γαλήνη της νηνεμίας; Όλα τα όνειρά τους κουβαλάνε οκάδες από άνεμο που δεν μπορούν να φορτωσουν στις βάρκες τους Φυσάει στην προκυμαία με κύματα βουνο.Φυσάει μέσα στα στενα. Φυσάει μέχρι και στην ενδοχώρα κανοντας τα ζαχαροκάλαμα να λυγίζουν σα θάλασσα από σταχυα.Έτσι λυγιζω κι εγω τις σκεψεις μου παντα με τη φορα του ανεμου, ενω μου λειπει ύπνος, ύπνος.

Kι αγαπη, αγαπη

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2008

Βερολίνο



Πριν λίγες μέρες βρέθηκα στο Βερολίνο και μόλις σήμερα διαβαζα στην Athens voice πόσο αγαπητή είναι στους υπόλοιπους Έλληνες η γερμανική πρωτεύουσα. Και λέω στους υπόλοιπους γιατί προσωπικά δεν μου έκανε καμιά τρομερή εντύπωση, συγκρίνοντάς την με άλλες πόλεις και τόπους της (τέως) Δυτ. Γερμανίας.

Μια μεγαλούπολη με έντονα ακόμη τα στοιχεία του παλαιού καθεστώτος, με πολλά άχρωμα κτίρια, ευτυχώς αρκετά αραιοκατοικημένη, δίχως όμως κάτι το ιδιαίτερο να επιδείξει.

(Η φωτό από το Σπίτι των Κουλτουρών του Κόσμου)




Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2008

Παλιοί και νέοι φόβοι

Η μέρα σήμερα είναι δροσερή και συννεφιασμένη, νιώθω έντονα την αλλαγή της εποχής, φοράω κάτι όμορφα ζεστό και μια ερώτηση οδηγεί τη μνήμη πίσω, σ' ένα άλλο εγώ...Μακρινό και ξεχασμένο.
Θυμάμαι δεν είχα κλείσει τα 20 όταν ο Δ με ρώτησε τι είναι αυτό που φοβάμαι περισσότερο και του απάντησα με τον αυθορμητισμό της ηλικίας μου "τη μέρα που δε θα με σκέφτεται κανείς".

Μετά από λίγες μέρες τριγυρνούσαμε μαζί σε ένα λούνα παρκ, περνούσαμε χαλαρά και ξένοιαστα, όταν ο Δ μου χάρισε έναν στο κέντρο χτυπημένο στόχο, με τη χειρόγραφη σημείωση " μην ανησυχείς, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα σε σκέφτονται"
Σήμερα πια δε με νοιάζει αν υπάρχουν άνθρωποι που με σκέφτονται. Συμφιλιώθηκα με πολλές ελλείψεις στη ζωή μου. Έχασα πολλά από τον παλιό μου αυθορμητισμό. Έμαθα να μην απαιτώ και να μη ζητάω. Κι έμαθα πως υπάρχει πάντα η έξοδος διαφυγής
Τον έχω ακόμη τον στόχο εκείνο, μαζί με λιγοστά ενθύμια, στο συρτάρι του παλιού μου γραφείου σ'ενα ακατοίκητο σπίτι που κάποτε στέγασε πολλά όνειρα και δεν είδε κανένα να πραγματοποιείται. Αλλά δεν είναι όλα τα όνειρα για να πραγματοποιούνται, όπως δεν είναι και για να μένουν στάσιμα.
Αυτό που ξέρω είναι, πως μια μέρα θα μπω σ'εκείνο το σπίτι, με δυο - τρεις εργάτες και θα ζητήσω να με απαλλάξουν απ' όλο το περιεχόμενό του, δίχως να ανοίξω κανένα συρτάρι, καμία ντουλάπα... δίχως δεύτερη σκέψη. Γιατί δεν θα υπάρχει δεύτερη σκέψη.
Μετά θα πουλήσω το σπίτι και θα φύγω.
Δεν ξέρω για πού.

Πριν λίγες μέρες ρωτήθηκα τι ορίζω ως μοναχική ζωή. Αλλά δεν μπορούσα να απαντήσω με δυο λέξεις.

Χωρίς μεγάλες αναλύσεις θα όριζα ως μοναχική ζωή αυτήν που ο άνθρωπος απέχει από επιλογή ή από ανάγκη τόσο από την ανθρώπινη επαφή ( που μπορεί να είναι και τελείως επιφανειακή) , όσο και από τις ανθρώπινες σχέσεις.

Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζήσω έτσι. Δεν το έχω δοκιμάσει. Δεν το γνωρίζω.

Νομίζω πως είναι θέμα εσωτερικής πληρότητας.

Φέρνω στο νου κάτι γεροντάκια, κάτι καλόγερους σε μοναστήρια ερημικά, μόνοι με τη συντροφιά κάποιου ζώου ή και χωρίς αυτήν σε απόλυτη αρμονία με τον κόσμο, τη ψυχή τους, το Θεό.
Είναι σημαντική αυτή η πίστη σε μια ανώτερη δύναμη.
Σε κρατά εκεί που πας να πέσεις. Σε στηλώνει.

Μα αν τη χάσεις;
Κι αν χάσεις και τη μοναδική σχέση αγάπης που ορίζει τη ζωή σου;

Μοναξιά δεν είναι να είσαι μόνος. Μοναξιά είναι να νιώθεις μόνος.

Αν με ρωτούσε σήμερα κάποιος τι φοβάμαι περισσότερο, θα απαντούσα "την αρρώστια που θα με οδηγούσε σε εξάρτηση από τους άλλους".
Η μόνη μου έγνοια για το μέλλον είναι να μπορέσω να φύγω δίχως ποτέ να γίνω βάρος σε κανέναν. Δίχως ποτέ την ανάγκη κάποιου.
Όρθια.
Έχοντας τον απόλυτο έλεγχο του σώματος και του μυαλού μου.
Μπορεί να ακούγεται εγωιστικό...μπορεί να είναι. Σίγουρα είναι δείγμα της απομάκρυνσης μου και της μη πίστης μου στους ανθρώπους.

Αλλά ελπίζω να γίνει έτσι.

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2008

η νύχτα της πανσελήνου

Το φετινό καλοκαίρι παράπαιε συνεχώς ανάμεσα σε ένα νεοσύστατο, πρωτόγνωρο πάθος και σε μία βασανιστική αδράνεια που έμοιαζε να μην έχει τέλος.

Να μην έχει τέλος...ακόμη και τώρα

Που μπαίνω σε αυτό το μαυσωλείο - φυλακή και μια σκιά καλύπτει την ψυχή μου. Αν υπάρχει αυτό το μέρος πάνω μας...μέσα μας. Ψυχή....Ποιος το σκέφτηκε; Μπορώ να καταλάβω την πνοή μέσα μου, τη σκέψη, το συναίσθημα....αλλά ψυχή; Ποιος μπορεί να την προσδιορίσει ;



Ο ύπνος δύσκολος....ένα μωρό στριγγλίζει...φορώ τις ωτασπίδες μου....κι αναπολώ τις μέρες που για κάποιον λόγο θα θυμάμαι απο τούτο το παράξενο καλοκαίρι...Τις νύχτες που θα θυμάμαι.


Νύχτες με πανσέληνο και βόλτα σε αρχαία λιθόστρωτα. Λίγο πριν κάποιος προσπαθεί με ένα ψέμα να μου φτιάξει τη διάθεση. Δεν το κάνει από κακή πρόθεση αλλά δεν αντέχω αυτή τη μηδαμινότητα του συναισθήματος. Και δεν θέλω να εξηγήσω. Δεν θέλω να εξηγώ.

Πονάει....

Μια αφίσα μου τραβάει την προσοχή. Μοιάζει με οιωνό. Να μείνω;

Στην ταινία...στη ζωή σου....να μείνω;

Δε μου ταιριάζουν οι ώρες. Ήδη έχω περπατήσει πολύ και θέλει άλλη μια ώρα για την επόμενη προβολή . Μετα από έναν στιγμιαίο δισταγμό απομακρύνομαι.Με βαριά καρδιά. Βαδίζω νωχελικά προς το σταθμό δίχως να βιάζομαι καθόλου. Επιβιβάζομαι και φέρνω στο νου την επιστροφή.

Δεν την αντέχω. Κατεβαίνω στην πρώτη στάση.
Φταίει η πανσέληνος, φταίει η κουβέντα....δεν ξερω τι φταίει, αλλά δεν την αντέχω σήμερα την επιστροφή.

Βαδίζω ακόμη λίγο στις πέτρες του παρελθόντος μέχρι να έρθει η ώρα της προβολής.

Το αγιόκλημα, βαρύ, πνίγει κάθε άλλη μυρωδιά. Μια αγαπημένη μελωδία απλώνεται παντού και η σκέψη ακινητοποιείται. Δεν υπάρχει πριν, δεν υπάρχει μετά...δεν υπάρχει τίποτα εκτός από εκείνο το άρωμα κι εκείνη τη μελωδία.

Τα βλέφαρα βαραίνουν. Όλη τη μέρα σε εγρήγορση, τώρα βαραίνουν

Η ταινία κυλάει.....δεν τη θυμόμουν καλά....όμορφη είναι, χωρίς περιττό βάρος



Επιστρέφω και τα φύλλα θροΐζουν. Ένα ελαφρύ αεράκι περνάει από ανάμεσα τους και τα κάνει να ψιθυρίζουν δικές τους μελωδίες. Δε θέλω να τελειώσει αυτή η νυχτερινή μου περιπλάνηση. Θα μπορούσα να περπατώ για πάντα κάτω από αυτα τα δέντρα...αρκεί να μην έφτανα πουθενά. Δε θέλω να φτάσω πουθενά.

Κυριακή 17 Αυγούστου 2008

αλλαγές

"Κι αφού οι πόλεις που επισκέφτηκα δεν φαίνεται να είναι πια εκεί, δεν είμαι πια καθόλου σίγουρη ότι κι εγώ πέρασα από αυτές. Ίσως αυτό που λένε πως το παρελθόν δεν είναι παρά ένα όνειρο να είναι η αλήθεια, κι εξάλλου μόνο φήμες είναι πια η αλλοτινή βεβαιότητα ότι υπήρξα κάποτε ως ταξιδιώτισσα στους σκονισμένους δρόμους της Σαγκάης και του Πεκίνου. Αφού τίποτε εκεί δεν μου θυμίζει τους τόπους που επισκέφτηκα και τίποτε σε μένα δεν θυμίζει εκείνο το νεαρό κορίτσι."

Γράφει η Κάτια Δημοπούλου στο editorial του τέσσερα, καθώς προσπαθεί να αναγνωρίσει στην Κίνα του σήμερα αυτήν που επισκέφτηκε πριν από 23 χρόνια...και τίποτα οικείο, τίποτα που θα μπορούσε να ξυπνήσει μνήμες δε βρίσκει. Είναι τόσο ταχεία η ανάπτυξη αυτών των χωρών τις τελευταίες δεκαετίες που για τον χτεσινό ταξιδιώτη μοιάζουν με "άγνωστη γη".

Όμως το ενδιαφέρον στην παραπάνω πρόταση δεν βρίσκεται κατά τη γνώμη μου στις αλλαγές που συμβαίνουν έξω από μας, αλλά σε εκείνες που γίνονται μέσα μας και κάνουν τα πάντα να μοιάζουν ξένα...τελείως ξένα. Ακόμη κι ο εαυτός μας.

Έχω κάνει ανάλογες διαδρομές στο παρελθόν μου...και ναι, ειμαι εγώ....αλλά ό,τι ήταν τότε υψίστης σημασίας...άνθρωποι, ζώα, τόποι, καταστάσεις...απλά δεν υπάρχουν. Υπάρχουν κάποιες εικόνες τους...θολές κι αυτές....αλλά μοιάζουν ξένες....μοιάζουν να μη με αφορούν.
Καμία συγκίνηση στην ανάμνησή τους. Κανένα συναίσθημα.
Σαν μια ταινία κινηματογραφική με ξένους πρωταγωνιστές.

Ζούμε πάντα το τώρα μας. Η επίδραση του παρελθόντος υπάρχει μονάχα σε ό,τι γίναμε. Και σταματά εκεί

Δε θα έλεγα πως "τίποτα σε εμένα δε θυμίζει εκείνο το κορίτσι"....υπάρχουν πολλά που μου το θυμίζουν....αλλά δεν είμαι πια εκείνο το κορίτσι. Όπως δεν είναι και τα πρόσωπα που κάποιον ρόλο παίζουν ή έχουν παίξει στη ζωή μου, ίδια μ' εκείνα του παρελθόντος.

Όλα έχουν μεταμορφωθεί, θα μπορούσαμε να πούμε και εξελιχθεί....και μαζί με αυτά και οι σχέσεις μας.

Τρίτη 12 Αυγούστου 2008

Ανάγκες και ευτυχία

Ξεφυλλίζω γυναικείο περιοδικό, όπου ανάμεσα σε δίαιτες, που σε τρεις ημέρες υπόσχονται την απώλεια 5 κιλών (πώς θα συμβεί αυτό ζώντας έστω ελάχιστα μια φυσιολογική ζωή δεν μπορώ να φανταστώ...απ' ότι γνωρίζω για να χάσει κανείς 5 κιλά σε 3 ημέρες θα πρέπει εκτός απο το να πεθάνει της πείνας να κάνει και σκληρή γυμναστική για κανένα 8ωρο κάθε μέρα), ανάμεσα λοιπόν σε θαυματουργές δίαιτες, ανάμεσα σε επεμβάσεις που χαρίζουν ατελείωτους οργασμούς και σε άλλες που υπόσχονται ένα αιώνια νεανικό πρόσωπο....ανάμεσα σε παρόμοια θέματα που επαναλαμβάνονται διαρκώς στα συγκεκριμένα έντυπα, ξεχωρίζω ένα άρθρο που αναφέρεται στη σύνδεση της προσωπικής μας ευτυχίας με την οικονομική ευημερία.
Σύμφωνα λοιπον με μια έρευνα στο Πρίνστον, το ποσό των χρημάτων που απαιτείται για μια ζωή με ικανοποίηση βρίσκεται λίγο πιο πάνω απο το μέσο εισόδημα όλων των ανθρώπων κάθε χώρας. Που σημαίνει πως όπου κι αν ζει κάποιος, αν στη σκάλα του εισοδήματος του έχει καταφέρει να ξεπεράσει έστω και λίγο το μεσαίο σκαλί, δεν εξαρτάται πλέον από τα επιπλέον χρήματα η ευτυχία του. Εξαρτάται από άλλους παράγοντες, αλλά όχι από τα επιπλέον χρήματα.

Δεν έχω λόγο να διαφωνήσω με την έρευνα. Ίσως πράγματι στις αναπτυγμένες κοινωνίες η σχέση του χρήματος με την ευτυχία να ορίζεται κάπως έτσι.
Βεβαία ανατρέχοντας με το μυαλό μου σε πρωτόγονες κοινωνίες, δε θεωρώ τη σύνδεση της ευτυχίας με την οικονομική άνεση, και ειδικότερα με τα χρήματα, απαραίτητη. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και κύρια από το τι αντιλαμβάνεται ο καθένας μας ως ανάγκη για να συνδέσει ευτυχία και χρήματα.
Αλλά ίσως κι εκεί, ακόμη και στις πρωτόγονες κοινωνίες, αυτός που έχει τα λίγο περισσότερα, να γίνεται πιο εύκολα ευτυχισμένος.

Πριν λίγες μέρες με ρώτησε ένας φίλος τι είναι για μένα το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή...δεν ειχα πολύ χρόνο να απαντήσω και με μια επιφύλαξη του είπα η συναισθηματική ευτυχία. Οι σχέσεις αγάπης με ανθρώπους που παίζουν έναν πολύ ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή μου. Φυσικά συμπλήρωσα.....η απάντηση μου δίνεται με βάση του τι μου λείπει τώρα αλλά και του τι έχω τώρα. Δεν πεινάω, δεν είμαι στο δρόμο, έχω μια σταθερή δουλειά με ένα όχι μεγάλο αλλά ικανοποιητικό για να ζήσει κανείς, εισόδημα....που σημαίνει οι βασικές μου ανάγκες είναι καλυμμένες και μπορούν να με απασχολούν οι ας πούμε πιο δευτερεύουσες. Δεν μπορώ να με φανταστώ εάν πεινούσα, ότι θα έδινα την ίδια απάντηση.

Στο ίδιο λοιπόν κείμενο...επανέρχομαι στο περιοδικό....αναφέρεται και μια κλασική, όπως χαρακτηρίζεται, πυραμίδα των Ανθρώπινων Αναγκών ενός Άμπραχαμ Μάσλοου που σχεδιάστηκε την δεκαετία του '50.
Στη βάση αυτής της πυραμίδας οι ανάγκες κατατάσσονται ιεραρχημένα με την εξής σειρά:
οξυγόνο, νερό, τροφή, σεξ, καταφύγιο, ζεστασιάΑυτό το σεξ στη βάση....με ξενίζει λιγο...το θεωρούσα πολύ πιο δευτερεύουσα ανάγκη
Στο αμέσως επόμενο επίπεδο τοποθετούνται οι ανάγκες της ασφάλειας:
προστασία απο τα στοιχεία της φύσης, ασφάλεια,τάξη, νόμος, όρια
Δεν μπορώ να κρίνω τον εμπνευστή αυτής της πυραμίδας, αλλά κι εδώ κάποιες έννοιες μου φαίνονται αταίριαστες, να βρίσκονται τόσο χαμηλά...άρα να κρίνονται τόσο αναγκαίες...η τάξη ας πούμε...ο νόμος
Το επόμενο επίπεδο της πυραμίδας αναφέρεται στις συναισθηματικές ανάγκες:
οικογένεια, ομάδα, σχέσεις, αγάπηΚι εδώ σκέφτομαι πως μάλλον σωστά απάντησα στην ερώτηση του φίλου μου
Και τέλος στην κορυφή βρισκεται η ανάγκη της αυτοπραγμάτωσης, της εκδήλωσης του προσωπικού δυναμικού κτλ
Πουθενά δεν αναφέρεται η συσσώρευση πολλών αγαθών ως στοιχείο απαραίτητο για την ευτυχία του ανθρώπου. Κι όμως.... πόσο έντονη είναι η επίδραση πάνω μας τόσων καταναλωτικών προτύπων, που δημιουργούν καθημερινά νέες, επίπλαστες ανάγκες και πόσοι από μας έχουν τη σύνεση, τη δύναμη, την ωριμότητα να τις αντιμετωπίσουν κριτικά και να τις αξιολογήσουν ανάλογα!

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

θυμάμαι

ήτανε κάτι πιθηκάκια θυμάμαι, που τρέχανε από πάνω μας και μας κοιτούσανε χωρίς περιέργεια σε μια απόλυτα φυσική συνύπαρξη
ένα αδιάκοπο πέρα δώθε πάνω στις στέγες και τα μπαλκόνια κάτω από το ζεστό αφρικάνικο ήλιο

αφηρημένα το βλέμμα ακολουθούσε την πορεία τους ενώ η συζήτηση είχε αρχίσει να χαράζει μονοπάτια μιας άλλης ζωής

ο ωκεανός είχε ένα καθόλου ελκυστικό γκρίζο που μας έδιωχνε από τη συντροφιά του

άλλωστε τον αχό του τον ακούγαμε και σε μικρή απόσταση από κείνον

ένα βίαιο νανούρισμα

θυμάμαι

θυμάμαι την απουσία του συναισθήματος δίπλα στα τεχνητά γαλάζια νερά

δεν κάνω πολλές αναδρομές τελευταία, ποιο το νόημα άλλωστε
αλλά θυμάμαι καλά, θυμάμαι πως ήμουν ήδη σε ένα μετά και πως δεν ανήκα πουθενά

σ' ένα μεταίχμιο των εντός μου εποχών

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

πατρίδες

Μεγάλωσα χωρίς πατρίδα ...


αν η πατρίδα πρέπει να χωρέσει στα στενά πλαίσια ενός τόπου πιο μικρού από τη γη

Πιο σωστά...ο τόπος που ένιωθα σαν παιδί ως πατρίδα, ήταν καταδικασμένος από τους γύρω να μην θεωρείται ως τέτοιος


Κι ας είχε πράσινα λιβάδια και δάση με έλατα και κελαρυστά ποταμάκια και λόφους με αμπέλια και φίλους με γέλια και...και...
Και ας έπλαθε μέρα με τη μέρα τρυφερές παιδικές αναμνήσεις με υλικό βγαλμένο σαν από παραμύθι.


Όταν ήμουν μικρό κοριτσάκι, υπήρχαν φορές που στο σπίτι μιλούσανε για μια χώρα- μαγική ακούγονταν- την επισκεπτόμουν τα καλοκαίρια, αυτήν που έπρεπε να θεωρώ πατρίδα....Την περιέγραφαν με όμορφα χρώματα, ελκυστικά....μα εγώ στις διακοπές μου αντίκριζα έναν τόπο ξερό, φτωχό, που ψηνόταν κάτω από τις δυνατές ακτίνες του ήλιου, με χωμάτινους δρόμους και παράξενα εκδηλωτικούς ανθρώπους......όσο και αν προσπαθούσαν οι γύρω να με πείσουν πως αυτός ο τόπος έπρεπε να περάσει μέσα μου σαν κάτι δικό μου, η σχέση μου μαζί του ήταν σαν αυτή της κόρης με τη μητριά.



Μπορούσα να τον σέβομαι, μα δεν μπορούσα να τον αγαπήσω

Εμένα τα βιώματά μου, τα παιδικά, αλλού λάβαιναν μέρος. Άλλης γης αέρα ανέπνεα


Πριν όμως ακόμη ολοκληρωθεί το διάστημα της ζωής μου που ονομάζεται παιδική ηλικία, έπρεπε να εγκαταλείψω ό, τι γνώριζα μέχρι τότε ως πατρίδα και να αποδεχτώ τη μητριά ως μάνα.


Δεν μπορούσα...δεν μπόρεσα ποτέ

Γη, τόποι, καθημερινές εικόνες, συνήθειες, φίλοι ...όλα κατοικούσαν αλλού



Το μόνο που κατάφερα ήταν να αποδεχτώ ότι κάποια πράγματα στη ζωή μας δε διακρίνονται από σταθερότητα, αλλά μεταβάλλονται και ότι τίποτα δε θα πρέπει να το θεωρούμε δεδομένο.


Κι ένα από αυτά είναι ο τόπος μου μένουμε



Η μόνη σταθερά μου ως παιδί, ήταν τα πρόσωπα της οικογένειάς μου. Αυτά πήγαιναν μαζί μου.
Αργότερα χρειάστηκε να απομακρυνθώ κι από αυτά...
Για πολλούς ανθρώπους ούτε κι αυτά είναι σταθερές στη ζωή τους.



Κάπου είχα διαβάσει πως ένας από τους παράγοντες που δείχνουν την ευφυία του ανθρώπου είναι η προσαρμοστικότητά του σε διαφορετικές συνθήκες.
Θαυμάζω τους ανθρώπους που μπορούν και ξεκινούν τη ζωή τους κάτω από πολύ δύσκολες και άγνωστες συνθήκες από το μηδέν
Αν μη τι άλλο, η ικανότητα αυτή δείχνει δύναμη ψυχής




Τα χρόνια πέρασαν για μένα σε αυτόν τον τόπο, τον ξένο αρχικά... Η παιδική ηλικία αποτελεί πια μακρινή ανάμνηση. Τόσο μακρινή που μοιάζει ξένη. Έμαθα να αγαπώ κάποια στοιχεία αυτού του τόπου. Λάτρεψα τον ήλιο. Ερωτεύτηκα τη θάλασσα και τα νησιά μας.


Αλλά ως εκεί...

Το αίσθημα του τόπου του "δικού" συνεχίζει να μην υπάρχει

Όλη η γη ....πατρίδα. Όλοι οι άνθρωποι με τον έναν ή άλλο τρόπο δικοί.... με τον έναν ή άλλον τρόπο ξένοι.


Oι τόποι αλλάζουν στη ζωή μας. Και μαζί οι φίλοι, οι συνήθειες, ο τρόπος αντιμετώπισης καθημερινών καταστάσεων...

Δεν υπάρχουν ρίζες, πάρα μόνο τόποι

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

απο τα "ανοιχτα χαρτια"

"Να 'χεις ή όχι γράψει ποιήματα δεν έχει τόσο σημασία, όσο να' χεις υποφέρει, παθιαστεί, σκιρτήσει γι' αυτά που, έτσι κι αλλιώς, οδηγούν στην Ποίηση. Ο αέρας της ζωής σε χτυπά πριν από το υλικό της σώμα, όπως το άρωμα μιας γυναίκας πριν από την πραγματική παρουσία της. Απομένει η αγκαλιά, ο έρωτας.
.......................................................................
Η ιστορία αυτή αρχίζει από την ημέρα που κοίταξα τη μοίρα μου καταπρόσωπο και την αποδέχθηκα. Θέλω να πω, που χώρισα οριστικά τις ευθύνες μου από τις οικογενειακές παραδόσεις, τα πανεπιστημιακά εύσημα και τις φιλοδοξίες για κοινωνική σταδιοδρομία, που παράτησα τις εκλογικεύσεις μου και είπα: χίλιες φορές καλύτερα να δοκιμαστείς σε κάτι και ν' αποτύχεις παρά να μείνεις εδώθε από τον κίνδυνο και να βολευτείς μες στην αφάνεια. Είναι όμως τόσο λίγο δική μου, όσο λίγο είναι η ίδια η ψυχή μας απέναντι στις άγνωστες δυνάμεις που την κατευθύνουν.
.......................................................................
Με την αναγωγή του αυθαίρετου σε δόγμα, ο Υπερρεαλισμός καταλάβαινα ότι μου έλυνε, κυριολεκτικά, τα χέρια. Ό,τι ήθελα, έκανα. Κάτι που μ' έβλαψε, βέβαια, όταν αναλογιστεί κανείς πόσο με απομάκρυνε από την έμφυτη τάση μου που είχα να οργανώνω τα ποιήματά μου και να τα ελέγχω αισθητικά, που με ωφέλησε όμως, αδιαφιλονίκητα, προς την κατεύθυνση της τόλμης κι άνοιξε πόρτες απίθανα μεγάλες στον κατατυραννισμένο μου ψυχισμό. Τι να γίνει. Με το δηλητήριο πάντοτε υπάρχει και η μέθη. Κι όταν είσαι είκοσι δύο χρονών...Αλλά επάνω σ' αυτό θέλω να προσθέσω κάτι.
Αισθανόμουνα, όσο περνούσε ο καιρός, ότι δεν ήμουν καθόλου "φιλολογικό ζώο". Δεν είχα τίποτε από τις συνήθειες ή τις μικρές μανίες της προηγούμενης γενεάς. Δεν κρατούσα ημερολόγια, δε διατηρούσα αρχεία, δε μου άρεσαν οι απαγγελίες και οι φιλολογικές βραδιές, απεχθανόμουνα τα μποέμικα ντυσίματα και οπωσδήποτε αδιαφορούσα εαν ήξερε ή όχι το κορίτσι μου ποιος είναι ο T.S. Eliot. Οι νέοι φίλοι την απόσπασή μου αυτή από το σχήμα, την άρνησή μου μου να ενσαρκώνω και εξωτερικά τον τύπο του ποιητή, δεν τα βλέπανε διόλου με καλό μάτι. Θα πρέπει να' μουνα πολύ "μπουρζουάς", και πάντως ψυχρός άνθρωπος, για να μην πετιέμαι στη μέση μιας συγκέντρωσης, όλος φλόγα και πάθος, για ν' απαγγείλω στίχους. Θεέ μου, τι δύσκολο που είναι να συνεννοηθούνε οι άνθρωποι. Αλλά ίσα-ίσα ένα νέο πνεύμα στην ποίηση θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να συμβαδίζει με μια νέα στάση. Κι ακριβώς επειδή δε χώνευα τους μπουρζουάδες δεν ήθελα να τους προσφέρει γραφικότητα ο ποιητής. Α ναι, χίλιες φορές καλύτερα ν' απομονωθώ - κι έβλεπα το ενδεχόμενο- παρά να παθαίνω κάθε βράδυ αλλεργία.
..........................................................................
Παρ' όλα όσα λένε, η νεότητα δεν είναι πάντοτε σ' όλες τις εποχές, η ίδια. Μέσα στην αγκαλιά μιας ερωμένης οι εικοσαετείς όλων των αιώνων και όλων των πολιτισμών μπορεί για μια στιγμή να εξομοιώνονται. Από κει και πέρα όμως η ιδεατή αυτή δικαιοσύνη δε διαρκεί. Το ποσοστό της πιθανής γοητείας το ορίζει ο κλήρος μιας εποχής, όμως κι αυτό ποιος θα μπορέσει να το προσμετρήσει; Αόρατα χέρια, χωρίς να μας ρωτήσουν, στήνουν τα σκηνικά όπου θα διαδραματίσουμε το ρόλο μας, και δεν είναι καθόλου, φυσικά, το ίδιο να ξυπνάς ανάμεσα σε παραρτήματα που διαλαλούνε πολέμους ή να πίνεις τον πρωινό καφέ σου χωρίς αμφιβολίες για το αυριανό σου εικοσιτετράωρο, ακόμη κι αν δεν είσαι παρά ένας απλός συλλέκτης γραμματοσήμων.
Εμείς που ζήσαμε, απ' τα είκοσι ως τα τριάντα μας, ανάμεσα σε δυο κινδύνους εκείνο που ξέρουμε είναι η ένταση του λευκού μπροστά στο πιθανό μαύρο, η προσπάθεια να διασώσουμε κάθε στιγμή ελεύθερη, και να γευτούμε αυτή τη στιγμή - την ακριβή - ως τα κατάβαθά μας. Και ακόμη, μιαν άλλου είδους ένταση. Πώς, με ποιον τρόπο, ν' αλλάξει η πραγματικότητα. Ω ναι, οι πιο πολλοι - οι πιο πραχτικοί - την είχανε πιάσει από τα πόδια. Εμείς αποβλέπαμε στο κεφάλι.
...........................................................................
Όντας στον ελάχιστο βαθμό ποιητικός, αγάπησα στον μέγιστο βαθμό την Ποίηση, με τον ίδιο τρόπο που, όντας στον ελάχιστο βαθμό "πατριώτης", αγάπησα στον μέγιστο βαθμό την Ελλάδα.
................................................................................

Έχω συλλάβει τη μορφή μου κάπου ανάμεσα σε μια θάλασσα, που ξεπροβάλλει από το ασβεστοχρισμένο τοιχάκι μιας εκκλησιάς, και σ΄ ένα κορίτσι ξιπόλυτο, που του σηκώνει ο άνεμος το ρούχο, μια στιγμή τύχης που αγωνίζομαι να αιχμαλωτίσω και της στήνω καρτέρι με λόγια ελληνικά.
Να τι είδους είναι ο ελάχιστος καμβάς όπου μπορεί επάνω του να κεντηθεί το ιδεόγραμμα της ζωής μου, που ωστόσο, αν έβρισκε κανείς ότι αξίζει τον κόπο να το αναλύσει, θα΄φτανε να σχηματίσει ένα χώρο, που η σημασία του δε βρίσκεται στα στοιχεία τα φυσικά που τον απαρτίζουν, αλλά στις προεκτάσεις και στις αντιστοιχίες τους μέσα μας, ως τις απώτατες άκριες, έτσι ώστε, σε τελικήν ανάλυση, ολόκληρο το νόημα του οράματος να συγκεντρώνεται στην καθαρότητα ψυχής που προϋποθέτει, για να γίνει ευανάγνωστο και κατανοητό. Πρέπει να'χει φοβούμαι, πεισθεί κανένας προηγουμένως ότι η ψυχική διεργασία που απαιτείται για να συλλάβει έναν άγγελο είναι πολύ πιο επώδυνη και τρομαχτική από την άλλη, που κατορθώνει να εκμαιεύει δαιμόνους και τέρατα, για να μπορέσει να καταλάβει τι θέλω να πω.
...........................................................................................................

Αν εμίλησα στην αρχή για κορίτσι και για εκκλησία με κίνδυνο να φανώ ελάχιστα σοβαρός είχα το λόγο μου. Θα' θελα να τραβήξω το πρώτο μέσα στο δεύτερο και να το κάνω δικό μου, όχι διόλου για να σκανδαλίσω, αλλά για να ομολογήσω πως ο έρωτας είναι ένας, και μαζί για να κάνω πιο πυκνό το ποίημα, που θέλω, με τις ημέρες του βίου μου, ν'αποτελώ.
Κλωνάρια ροδιάς θα΄βλεπα τότε να ξεφυτρώνουν από το τέμπλο κι ο άνεμος να ψέλνει στο παραθυράκι με το κύμα όταν ο νοτιάς, πιο δυνατός, θα το βοηθούσε να καβαλήσει το πεζούλι. Σ' ένα τέτοιο πεζούλι αγγίχτηκα γυμνός κάποτε, κι ένιωσα να καθαρίζουνε τα σωθικά μου, σάμπως ο ασβέστης να΄χε διαπεράσει φύλλο - φύλλο με τις απολυμαντικές του ιδιότητες την καρδιά μου.
............................................................................................................
Αν υπάρχει, συλλογίζομαι, για τον καθένα μας ένας διαφορετικός , προσωπικός Παράδεισος, ανεπανόρθωτα ο δικός μου θα πρέπει να΄ναι σπαρμένος με δέντρα λέξεων που τ' ασημώνει ο άνεμος καθώς λεύκες, από ανθρώπους που βλέπουν να επαναστρέφει επάνω τους το δίκιο που τους έχει αφαιρεθεί, από πουλιά που ακόμα και μέσα στην αλήθεια του θανάτου επιμένουν να κελαηδούν ελληνικά, και να λεν "έρωτας", "έρωτας", "έρωτας".....

Η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνατος. Απομένει να μάθουμε ποια είναι η τελευταία. Η αίσθηση του "γυρισμού των πραγμάτων" μου είναι οικεία, ίδια καθώς το κύμα της Ποίησης που έλεγα πριν ότι τ' αφήνω να χτυπά μακριά στην πρώτη μου νεότητα και να ξαναγυρίζει εκεί που περιμένω λιγοστεμένος κάθε φορά και περισσότερο, αλλά ορθός - καθώς το θέλησα. Ένας αμετανόητα ερωτευμένος, που πηγαίνω πάντα νωρίτερα στο σημείο το κρυφό της συνάντησης, με την ίδια λαχτάρα, το ίδιο σφίξιμο στο λαιμό, το ίδιο βημάτισμα επάνω - κάτω και περιμένω....Τι; Ίσως αυτό, θα έλεγα, που αν δεν ανέβει να γίνει δάκρυο, πήζει στο στήθος και βαραίνει και ο κόσμος όλος άξαφνα φαίνεται τόσο γλυκός και τόσο πικρός μαζί. Κάποτε είναι μια κοπέλα, κάποτε πάλι δυο- τρεις στίχοι, πολλές φορές απλά και μόνον το καλοκαίρι."


Οδ. Ελύτης

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008

μονοπάτια

"Το κάθε μονοπάτι είναι ένα εκατομμύρια μονοπάτια. Γι' αυτό πρέπει πάντα να θυμάσαι ότι ένα μονοπάτι δεν είναι παρά ένα μονοπάτι. Αν αισθάνεσαι πως δεν πρέπει να το ακολουθήσεις, δε χρειάζεται να το ακολουθήσεις κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Κάθε μονοπάτι δεν είναι παρά ένα μονοπάτι. Δεν προσβάλλεις ούτε τον εαυτό σου ούτε τους άλλους αν το παρατήσεις, αφού έτσι σου λέει η καρδιά σου να κάνεις. Όμως η απόφασή σου να μείνεις στο μονοπάτι ή να φύγεις πρέπει να είναι ελεύθερη από φόβο ή φιλοδοξία. Σε προειδοποιώ: κοίταξε καλά και προσεχτικά το κάθε μονοπάτι. Δοκίμασε το όσες φορες το νομίζεις απαραίτητο. Μετά κάνε στον εαυτό σου και μόνο στον εαυτό σου αυτό το ερώτημα: Έχει καρδιά αυτό το μονοπάτι ; Όλα τα μονοπάτια ίδια είναι. Δεν οδηγούν πουθενά. Υπάρχουν μονοπάτια που οδηγούν μέσα από το λόγγο ή μέσα στο λόγγο ή κάτω από το λόγγο. Το μόνο ερώτημα είναι αν αυτό το μονοπάτι έχει καρδιά. Αν έχει, τότε είναι καλό. Αν δεν έχει, είναι άχρηστο."



μια ιστορία των Ινδιάνων Γιακί, που κατέγραψε ο ανθρωπολόγος Καστανέντα

να ζεις , ν' αγαπάς...

" Αγάπη σημαίνει να δίνεις χαρά στους άλλους. Σημαίνει να βλέπεις κάτι ωραίο και να το λες. Σημαίνει να βλέπεις κάποιον όμορφο, να τον πλησιάζεις και να του λες: "Είσαι όμορφος". Μετά όμως τραβήξου γρήγορα. Γιατί τα λόγια σου θα τον τρομάξουν όσο δε φαντάζεσαι.

Μια από τις πιο αστείες εμπειρίες που είχα ποτέ...είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα. Είδα στο Πανεπιστήμιο ένα πολυ όμορφο κορίτσι. Είχε κατάξανθα μαλλιά που τα φυσούσε πίσω ο άνεμος. Ένα υπέροχο θέαμα. Καθώς την προσπερνούσα, σκέφτηκα : Τι όμορφα μαλλιά που έχει αυτό το κορίτσι. Ύστερα καθώς διέσχιζα το δρόμο μου, σκέφτηκα πως έπρεπε να της το πω. Έκανα μεταβολή λοιπον και όρμησα καταπάνω της. Εκείνη το αισθάνθηκε, ξέρετε πώς συμβαίνει καμιά φορά. Κοκκάλωσε έτοιμη να πατήσει τις φωνές. "Μην τρομάξεις της είπα", "θέλω απλώς να σου πω ότι έχεις απίθανα μαλλιά κι όπως παίζει ο ήλιος μέσα τους είναι κάτι υπέροχο. Πραγματικά μου αρέσουν πολύ. Σ' ευχαριστώ".
Και μετά απομακρύνθηκα γιατί ξέρω καλά την ψυχολογική αρχή της προσέγγισης - αποφυγής. Ξέρετε την απόσταση απο το αντικείμενο του φόβου. Έτσι απομακρύνθηκα αργά κι έφευγα μακριά, το κορίτσι άρχισε να συνειδητοποιεί, ότι κάποιος της είχε κάνει ένα κοπλιμέντο. Και άρχισε να χαμογελάει. Και όταν πια είχα φτάσει στην είσοδο του Πανεπιστημιου, μου κούνησε το χέρι και μου ειπε: "Ευχαριστώ". Την κοίταζα καθώς έφευγε και μου φάνηκε πιο ψηλή, σαν να πήγαινε πιο κοντά στον ήλιο.

Τέτοιες ευκαιρίες τις έχουμε κάθε μέρα και δεν τις χρησιμοποιούμε. Μπορούμε ν' αρχίσουμε με τους κοντινούς μας ανθρώπους.
Η μητέρα θυμάμαι, χαιρόταν πολύ όταν της έλεγες καλά λόγια για το φαγητό της. Της λέγαμε λοιπόν όλοι: "Α, ήταν υπέροχο, μαμά".
Κι εκείνη απαντούσε : "Δε χρειάζεται να μου το λέτε, το ξέρω"
Αλίμονό μας, όμως, αν δεν της το λέγαμε.

Ποτέ δεν κάνει κακό να πεις στον άλλον ότι τον αγαπάς, να του πεις, "Σ' αγαπώ". Οι περισσότεροι - κυρίως οι άντρες - λένε : "Μα αφού το ξέρει ότι την αγαπώ. Ποιος ο λόγος να της το πω;"
Α, έτσι ; Όταν θα φύγει, ίσως μάθεις ποιος ο λόγος. Είναι τόσο απλό να πεις, "Σ'αγαπώ". Κι αν δεν μπορείς να το πεις, γραψ' το. Κι αν δεν μπορείς να το γράψεις, χόρεψέ το Βρες όμως κάποιο τρόπο να το πεις. Και μην κουράζεσαι να το λες. Κανείς δεν κουράζεται ποτέ να το ακούει. Μπορεί να σου απαντήσουν: "Ω, δε χρειάζεται να μου το πεις, το ξέρω...." Κι όμως είναι τόσο ευχάριστο να σου το λένε."

Λέο Μπουσκάλια

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2008

Εμφάνιση

Κινδυνεύοντας να φανώ βαθύτατα ρηχή - τι όμορφη αντίθεση αυτή.... του βάθους με τη ρηχότητα;- κολλάω σε μια φράση, που διαβάζω σε ένα περιοδικό, του οποίου ο μόνος σκοπός ύπαρξης είναι η προώθηση διαφόρων καταναλωτικών προϊόντων.
(Θα πρέπει εδώ να διευκρινίσω πως καθόλου δεν με ενοχλεί η ρηχότητά μου....εννοώ πως πολλοί θεωρούν τον εαυτό τους τόσο πνευματώδη, που πραγματικά είναι απόλαυση να μην πρέπει να τους αποδείξεις κι εσύ το ίδιο, αποδεχόμενος απλά τον εαυτό σου. Άλλωστε ρηχός μπορείς να φαίνεσαι όσο επιθυμείς, ενώ πνευματώδης όσο πραγματικά είσαι)

Διαβάζω λοιπόν"Τα ρούχα αλλάζουν το πώς βλέπουμε τον κόσμο, αλλά και το πώς μας βλέπει ο κόσμος" Η συγκεκριμένη άποψη δε μου είναι ξένη ούτε και με βρίσκει να διαφωνώ. Αυτό που με εντυπωσιάζει, είναι το όνομα που αναφέρεται από κάτω, στο οποίο ανήκει. Και είναι αυτό της πολύ αγαπημένης μου συγγραφέας Βιρτζίνια Γούλφ.

Θεωρούσα πως μια γυναίκα με τη δική της στάση απέναντι στη ζωή, τη βαθιά φιλοσοφημένη και καταθλιπτική, δε θα ασχολούνταν με τέτοια θέματα, δε θα έκανε τέτοιες σκέψεις, καθώς το τελευταίο που θα ενδιέφερε έναν καταθλιπτικό είναι η εμφάνισή του. Και η Βιρτζίνια ήταν...και μάλιστα βαθιά...αλλά φαίνεται πως στα διαλείμματα της αρρώστιας της παρέμενε γυναίκα και σκεφτόταν αναλόγως.

Τα ρούχα λοιπόν αλλάζουν τόσο το δικό μας τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο, όσο και αυτόν που μας βλέπουν οι άλλοι. Η ενασχόληση μας με την εξωτερική μας εμφάνιση, φανερώνει μία αντίληψη, μία στάση ζωής και είναι αδιάψευστος μάρτυρας της διάθεσής μας.

Οι στολές εργασίας σε συγκεκριμένους χώρους λειτουργούν περιοριστικά, όσον αφορά την άνεση, αλλα και τη διαφορετική φιλοσοφία πάνω στο συγκεκριμένο θέμα του καθενός μας. Από την άλλη αποτελούν μία δικλείδα ασφαλείας για μία κοινωνία που θέλει να οριοθετεί και να επιβάλλει κανόνες και πρότυπα, προκειμένου να αναγνωρίζει τα μέλη της και κατά κάποιον τρόπο να τα ελέγχει.

Επανέρχομαι όμως στην πρόταση της Γουλφ και θυμάμαι πόσο όμορφα έχω νιώσει με μία πολύ προσεγμένη εμφάνιση - και αυτή , όπως θα γνωρίζουν οι περισσότεροι, δεν έχει να κάνει με τη μόδα, ούτε με το πόσα ρούχα έχει κανείς στην ντουλάπα. Αλλά απλά με τη διάθεση να βγάλεις τον πιο όμορφό σου εαυτό που συνάδει με μία πολύ θετική ψυχολογία. Αυτά τα δύο πάνε συνήθως μαζί. Και τότε η λάμψη μας είναι συνήθως τόσο έντονη που δεν περνά απαρατήρητη.

Θα σταθώ αποκλειστικά σε αυτήν την ερμηνεία της παραπάνω πρότασης και δεν θα επεκταθώ στο τι μαρτυρά μία υπερβολικά προκλητική εμφάνιση ή μια εξαιρετικά πολυτελής και ακριβή ή μια επιτηδευμένα αφρόντιστη...ή ...ή.....ούτε και στα αντίστοιχα μηνύματα που λαμβάνουν οι γύρω μας θα σταθώ, τα οποία άλλωστε είναι ολοφάνερα

Μακάρι να μπορούσε και η Γουλφ να νιώθει συχνότερα την ομορφιά μέσα της και γύρω της, όπως τότε που επισκέφτηκε την Ελλάδα και έμεινε καταγοητευμένη από τη φύση μας , καθώς ήταν Μάης και όλα ήταν ολάνθιστα. Μακάρι.....

Η μέρα

Τι γλυκιά και όμορφη ιδέα της Google η προσαρμογή του λογότυπού της στις επιταγές της ημέρας!
Δυο ηλικιωμένα ανθρωπάκια, ζωηρά παρά την ηλικία τους, πιασμένα χέρι χέρι στο δρόμο της ζωής!
Όχι, δεν υποστηρίζω την εν λόγω εορτή των ερωτευμένων, ούτε κι όλα αυτά τα κιτς αρκουδάκια και τις κόκκινες καρδούλες με τα οποία γέμισε ο τόπος.Αυτό που γλύκανε το βλέμμα μου βλέποντας τα ανθρωπάκια της Google, είναι το ότι νέοι άνθρωποι που ασχολούνται με όλα αυτά τα σύγχρονα και ιντερνετικά, θυμήθηκαν πως η συντροφικότητα δεν αφορά μόνο την ηλικία τους.

Δεν ξέρω αν είναι ωραίο να γερνάς με τον ίδιο άνθρωπο, αλλά πιστεύω πως σίγουρα θα είναι ωραίο να μη γερνάς μόνος σου. Κι ακόμη να διατηρείς τη ζωηράδα του πνεύματος, αλλά και του κορμιού σου ως ένα βαθμό, μέχρι την τελευταία πνοή.Γι' αυτό μου άρεσαν τα ανθρωπάκια της Google

Στην προσωπική μου ζωή προβλέπω πολλά πράγματα να τα κάνω μόνη μου. Και όχι πάντα από επιλογή. Από το να διακπεραιώνω μικρά ασήμαντα καθημερινά, μέχρι να ψάχνω με αγωνία μέσα στη νύχτα, με τον άνεμο να βουίζει στα αυτιά μου και τη βροχή να με μουσκεύει για ένα χαμένο δωμάτιο.Και την άλλη μέρα να ψάχνω εναγωνίως τη νεαρή γιατρό, για εκείνα τα φάρμακα που δεν υπήρχαν στο νησί, αλλά τα εισήγαγαν από την Αργεντινή.

Τέτοιες ώρες πάντα θυμάμαι τον ποιητή, που όλα τα λέει πιο όμορφα, πιο σωστά:"Τις μέρες μου άθροισα και δε σε βρήκα πουθενά, ποτέ, να μου κρατείς το χέρι στη βοή των γκρεμών και στων άστρων τον κυκεώνα μου" [Ο.Ε.]

Δεν ξέρω πόσα βήματα πρέπει κάθε φορά να υποχωρώ. Πόσο να υποτάξω την συμπεριφορά μου, γιατί το πνεύμα δεν υποτάσσεται πια. Τουλάχιστον αυτό μου ανήκει. Ανούσια ξοδεμένο, ταλαιπωρημένο, αλλά κι ο μόνος φεγγίτης απ' όπου μπορώ ακόμη να βλέπω τα άστρα. Αυτά και τις ανατολές μου.

Σήμερα η μέρα είναι γαλάζια. Ας αφήσω το χρώμα αυτό να κυριαρχήσει στη σκέψη μου.

14 Φεβ 2008